Δυο(2) νέα ποιήματα από τον Λαϊκό μας ποιητή Φωτεινό

Φωτεινός , κατά κόσμον Φώτης Γ. Τριανταφυλλόπουλος , ο Λαϊκός μας ποιητής από την Αιτωλοκαρνανία , μας παρουσιάζει δυο νέα ποιήματά του

Επηρεασμένος από το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη το ένα και το άλλο από τον καταστροφικό σεισμό στην Τουρκία , ο Φωτεινός αποτυπώνει τα συναισθήματά του , τα οποία εκφράζει με την Λαϊκή του ψυχή με ειλικρίνεια και ανυπόκριτη συγκίνηση

ΤΕΜΠΗ

ΚΤΗΜΑ ΘΑΝΑΤΟΥ…ΜΝΗΜΗ…ΜΝΗΜΑ

Η ΦΛΟΓΑ ΤΟΥ ΠΕΝΘΟΥΣ

“Το ΜΑΤΙ που μας έκλεισε το ΜΑΤΙ”

ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ!

Στο περιβόλι της ζωής,

σε αρχέγονο χρόνο,

στη σιωπή του ύπνου,

στο τρένο του τρόμου,

θα ξυπνήσει το ένστικτο

της επιβίωσης, του πόνου,

του θρήνου, της ανάμνησης.

Άνοιξαν οι πύλες του Άδη,

αλλά δεν πρέπει να μείνουμε

άλλο στο σκοτάδι.

Η ηλικία μου στέγνωσε,

το δάκρυ μου έγινε οργή

και η κραυγή μου μίσος.

Οι αντοχές μου λιγοστές,

μ’ αναστατώνει κάθε ήχος.

Μάντης κακών δεν ήμουνα

και μάντης κακός θα γίνω.

Οι μνηστήρες του Έλληνα

πρέπει να αποδημήσουν,

αν δεν ελέγχονται

κι άλλα θα δημιουργήσουν.

Γιατί πολλά ελληνόπουλα

ράντισαν με το αίμα τους

το βωμό της ελευθερίας του λόγου,

της υπομονής και της υπακοής

στα χρόνια κρίσης και οργής,

χωρίς να μολύνουν την ύπαρξή τους,

δίχως ανοχή,

καμιά ανθρώπινη θυσία,

σ’ αυτήν την απάνθρωπη εκστρατεία,

του θανάτου εξορία.

Γιατί αυτοί οι άγγελοι να πλέουν

στο βασίλειο του παραδείσου;

Άρρηκτα συνυφασμένοι

και ερωτευμένοι με τη ζωή μας,

που έχασε τη γεμάτη διλήμματα ομορφιά της,

ξεριζώνοντας κάθε άγιο,

δηλητηριάζοντας τα μέσα μας.

ΟΧΙ άλλη δημόσια δαπάνη πένθους στην Ελλάδα.

Αφήστε μας να κολυμπήσουμε

στη θάλασσα των ονείρων μας

που μας αναλογεί.

Τον θρόνο τον έχει η ζωή

που ερωτευτήκαμε,

κι αυτή μας έχει παλινδρομήσει,

κανείς μας δεν περίμενε

οι άγγελοί μας να έχουν τέτοια τύχη.

Το ίδιο πάθημα στο ίδιο μάθημα,

από διαφορετικούς δασκάλους,

ο πόλεμος τώρα άρχισε,

θα αργήσει να τελειώσει,

το αίμα αυτό που χύθηκε,

ποτέ δεν θα στεγνώσει.

Σ’ επόμενη αναμέτρηση

ο Θεός ξέρει ποιον θα σώσει.

Μασόνοι της πολιτικής ζωής,

αν δεν λογοδοτήσετε στο λαό,

θα λογοδοτήσετε στο Θεό!

Η θλίψη μου με οδήγησε σ’ αυτή τη δημιουργία και

ο πόνος μου συντροφεύει το δικό σας!

ΣΥΛΛΗΠΗΤΗΡΙΑ ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΑΣ!

Φωτεινός

ΕΓΚΕΛΑΔΟΣ

ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ

Η νύχτα ήταν γλυκιά

και όμορφη θυγατέρα,

δεν είχε κάποιο μήνυμα

της φύσης, η μητέρα.

Το φεγγαράκι ήταν χλωμό,

φαινόταν λυπημένο,

με τα καμώματα της γης,

ένιωθε προδομένο.

Αιώνες χρόνια προσπαθεί

η γη να μας μιλήσει,

τώρα σήκωσε το σπαθί

να μας αποκεφαλίσει.

Δεν την ακούσαμε ποτέ,

αφήναμε τη μέρα μας

έτσι να κυλήσει.

Όταν εκείνη από το λήθαργο ξυπνά,

οργισμένη αρχίζει και χορεύει,

κόβεται στα δυο,

μετά μας χωρατεύει.

Τη συντροφιά μας θέλει

για να τη νανουρίζει,

κι όταν την καταστρέφουμε,

αρχίζει και μουγκρίζει.

Της πόλης τα τείχη έπεσαν

και βρήκαν τα σημάδια,

δεν είχαν το πολύτιμο

εκείνα τα ρημάδια.

Η μέρα έταζε πολλά

κι ο χρόνος λεηλατούσε,

και κάθε δείκτης ρολογιού

αυτόματα σταματούσε.

Μυριάδες νιφάδες του χιονιού

έκρυβαν τα αστέρια,

και όλα τα αγριολούλουδα,

άσπρισαν στα παρτέρια.

Τούτο δεν ήτανε σημάδι,

ήταν γλυκό του ύπνου χάδι.

Ζωντανοί νεκροί πριν ξημερώσει,

ο Θεός χάρη ας τους δώσει,

του ήλιου ηλιαχτίδα

να τους φωτίσει τη ζωή,

με αναμνήσεις, όνειρα και ελπίδα.

Η θλίψη εσκίαζε κάθε ομολογία,

και όσα εικονίζονται σε μια φωτογραφία.

Κανένα αφήγημα δεν κοστολογεί

ετούτο εδώ τον πόνο,

σαν είδα το νεογέννητο

χωρίς τη μάνα, μόνο.

Δεν είμαι διασώστης,

γηραιός είμαι αναγνώστης!

Ένας απλός θεατής

της χαράς, λύπης και γραφής.

Βγαίνουν απ’ τα χαλάσματα

ανθρώπινες ζωές,

παντού ακούγονται

αλαργινές φωνές.

Κάτι πρέπει να κάνω,

πέρα απ’ την ανθρώπινη ζωή

δεν βάζω παραπάνω.

Η καρδιά μου κτυπάει δυνατά

και η φωνή κομπάζει,

η ελπίδα είναι αυτή

που όλα τα μετριάζει.

Στο βάθος στα χαλάσματα

ακούγεται μια παιδική φωνή,

σήκωσα τα χέρια μου ψηλά,

το σύμπαν να σταματήσω,

το χρόνο να γυρίσω πίσω.

Έκλεισα τα μάτια μου

ν’ ακούσω τη σιωπή μου.

Ο χρόνος με λεηλατεί

και με απογυμνώνει,

κι ετούτη η παιδική φωνή

δεν πρέπει να μείνει μόνη.

Κι άλλοι εκεί ξαγρυπνούν

αιχμάλωτοι του Άδη,

νιώθουν πόνο, φόβο, μοναξιά,

στο απόλυτο σκοτάδι.

Πάλι ακούγεται η μικρή παιδούλα,

πρέπει να τη βρω

γλυκά να της μιλήσω,

το χώμα που τη σκέπαζε,

γλυκά να το φιλήσω.

Μέσα απ’ τα γραπτά

πρέπει να τη γλιτώσω,

θα νιώθω αιχμάλωτος κι εγώ

μέχρι να τη σώσω.

Τον εφιάλτη που τώρα ζει

κι εγώ ν’ ακολουθήσω,

μαζί της να το ζήσω.

Το συναίσθημα και η συνείδηση

με οδηγεί να κάνω το σωστό

μέσα απ’ το κείμενο αυτό.

Τη δύναμη και τη σοφία μου

πρέπει να της δώσω.

Δεν υπάρχει γυρισμός

αν αυτό δεν αποδώσει,

το συναίσθημα και τη συνείδησή μου,

το χώμα θα τα λιώσει.

Αφιερωμένο στους αδελφούς γείτονες.

Για ορισμένους η ζωή δεν σημαίνει τίποτα,

για όλους εμάς τα “ΠΑΝΤΑ”.

Τα θερμά μου συλλυπητήρια και ο δικός μας πόνος μικραίνει τις αποστάσεις!

Συνοδοιπόροι στη ΖΩΗ και στο ΘΑΝΑΤΟ!

ΜΙΑ ΑΓΚΑΛΙΑ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ

Φωτεινός

The post Δυο(2) νέα ποιήματα από τον Λαϊκό μας ποιητή Φωτεινό appeared first on aftodioikisinews.gr.